-
1 φεστιβάλ
το άκλ. фестиваль;κινηματογραφικό φεστιβάλ — или φεστιβάλ κινηματογράφου — кинофестиваль
-
2 φεστιβάλ
[фэстивал] то. о. άκλ. фестиваль.Λεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь) > φεστιβάλ
-
3 φεστιβάλ
[фэстивал] то. о. άκλ фестиваль. -
4 фестиваль
фестиваль м το φεστιβάλ; Всемирный фестиваль молодёжи и студентов το Διεθνές φεστιβάλ της νεολαίας* * *мτο φεστιβάλВсеми́рный фестива́ль молодёжи и студе́нтов — το Διεθνές φεστιβάλ της νεολαίας
-
5 фестиваль
-я α.γιορτή, φεστιβάλ•фестиваль молодёжи γιορτή νεολαίας•
музыкальный φεστιβάλ μουσικής•
фестиваль кинифильмов φεστιβάλ κινηματογραφικών ταινιών.
-
6 международный
международный διεθνής· \международныйая выставка η διεθνής έκθεση* \международный кинофестиваль το Διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου* * *междунаро́дная вы́ставка — η διεθνής έκθεση
междунаро́дный кинофестива́ль — το Διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου
-
7 фестиваль
фестивальм τό φεστιβάλ:Всеми́рши́ \фестиваль молодежи τό Παγκόσμιο φεστιβάλ τής νεολαίας. -
8 фестивальный
επ.της γιορτής, του φεστιβάλ•фестивальный значок η κονκάρδα του φεστιβάλ.
-
9 фестиваль
η εορτή/γιορτήτο φεστιβάλ (ξεν.)Русско-греческий словарь научных и технических терминов > фестиваль
-
10 кино
кино с 1) η κινηματογραφία 2) (помещение) о κινηματογρά φος, το σινεμά 3) (картина) η κινηματογραφική ταινία, το φιλμ \кино актёр м, \кино актриса ж ο, η ηθοποιός κινηματογράφου \кино аппарат м η κινηματογραφι κή μηχανή \киножурнал м τα επίκαιρα \кино звезда ж το σταρ, ο αστέρας κινηματογράφου \кино камера ж η κινηματογρα φική μηχανή \кино комедия ж η κινηματογραφική κωμωδία \кино оператор м о οπερατέρ \кино плёнка ж το κινηματογραφι κό φιλμ, η ταινία \кино режиссёр м о σκηνοθέτης κινηματογρά φου \кино студия ж το στούντιο, το κινηματογραφικό εργαστή ριο -сценарий м το σενάριο \кино съёмка ж το γύρισμα ται νίας, η κινηματογράφηση \кино театр м см. кино 2 \кинофестиваль м το κινηματογραφικό φεστιβάλ \кино фильм см. кино 3 \кинохроника ж τα επίκαιρα* * *с1) η κινηματογραφία2) ( помещение) ο κινηματογράφος, το σινεμά3) ( картина) η κινηματογραφική ταινία, το φιλμ -
11 кинофестиваль
мτο κινηματογραφικό φεστιβάλ -
12 кинофестиваль
кино||фестивальм τό κινηματογραφικό φεστιβάλ. -
13 открытие
открытиес1. (действие) ἡ ἐναρξη [-ις], τό ἀνοιγμα / ἡ ἐγκαινίαση [-ιςί, τά ἐγκαίνια (выставки, магазина и т. п.)/ τά ἀποκαλυπτήρια (памятника и т. п.):\открытие конференции (фестиваля) ἡ ἔναρξη τής συνδιασκέψεως (τοῦ φεστιβάλ)· \открытие кредита фин. τό ἄνοιγμα πιστώσεως·2. (научное) ἡ ἀνακάλυψη [-ις]/ ἡ ἐφεύρεση [-ις] (изобретение). -
14 έναρξη
[-ις (-εως)] η1) начало, открытие;έναρξη της συνδιασκέψεως (τού φεστιβάλ) — открытие конференции (фестиваля);
2) начало, наступление;του χειμώνα — наступление зимы -
15 festival
['festəvəl]1) (an occasion of public celebration: In Italy, each village holds a festival once a year.) γιορτή,πανυγήρι2) (a season of musical, theatrical etc performances: Every three years the city holds a drama festival; ( also adjective) a festival programme.) φεστιβάλ -
16 фестиваль
[φιστιβάλ'] ουσ. α φεστιβάλ -
17 фестиваль
[φιστιβάλ'] ουσ α φεστιβάλ -
18 кинофестиваль
-я α.κινηματογραφικό φεστιβάλ.
См. также в других словарях:
φεστιβάλ — Αγγλικός όρος που χρησιμοποιείται διεθνώς και χαρακτηρίζει μια σειρά εκδηλώσεων, με χαρακτήρα συνήθως περιοδικό, μουσικού, θεατρικού και κινηματογραφικού περιεχομένου. Ο όρος προέρχεται από τη μεσαιωνική λατινική λέξη Festivalis, που υιοθετήθηκε… … Dictionary of Greek
φεστιβάλ — το άκλ. (λ. γαλλ.) 1. πανηγυρική συναυλία, όπου αποκλειστικά εκτελούνται έργα του συνθέτη που τιμάται. 2. σειρά πανηγυρικών εκδηλώσεων, συνήθως καλλιτεχνικών, που γίνονται σε ορισμένο τόπο και σε ορισμένη χρονική διάρκεια και που έχουν ενιαίο… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Κάνες — I (Cannαe). Αρχαίος οικισμός της Ιταλίας, όπου διεξήχθη η περίφημη συντριβή του ρωμαϊκού στρατού από τον Αννίβα, κατά τον Β’ Καρχηδονιακό πόλεμο (216 π.Χ.). Βλ. λ. Κάννες. II (Cannes). Πόλη (67.300 κάτ. το 1999) της νοτιοανατολικής Γαλλίας. Η… … Dictionary of Greek
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek